Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

ΠΟΛΥΚΥΣΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ ΤΩΝ ΝΕΦΡΩΝ


Τα πολυκυστικά νοσήματα των νεφρών αποτελούν την κύρια αιτία της νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου (ESRF) & μια συχνή ένδειξη για αιμοκάθαρση ή μεταμόσχευση νεφρού.
Η πολυκυστική νεφρική νόσος μπορεί να εμφανίζεται σποραδικά ως μια ανωμαλία της εξέλιξης ή μπορεί να είναι επίκτητη στην ενήλικο ζωή (αύξηση της ηλικίας- απλές κύστες, φάρμακα, ορμόνες, αιμοκάθαρση-πολυκυστική νόσος, γενετικά σύνδρομα-νεφρικές κύστες).
Τα κληρονομικά πολυκυστικά νεφρικά νοσήματα περιλαμβάνουν:
-την αυτοσωματικά επικρατούσα πολυκυστική νόσο των νεφρών
-την αυτοσωματικά υπολειπόμενη πολυκυστική νόσο των νεφρών
-τη νεφρονώφθιση
-τη μυελική κυστική νεφρική νόσο (κυστική νόσος της μυελώδους μοίρας)

ΑΥΤΟΣΩΜΑΤΙΚΑ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ ΠΟΛΥΚΥΣΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ ΤΩΝ ΝΕΦΡΩΝ (ADPKD)

Αποτελεί τη συχνότερη μορφή πολυκυστικής νόσου & έχει συχνότητα 1:800 ζώντα νεογνά. Προσβάλλει 4-6.000.000 ασθενείς παγκοσμίως και είναι η αιτία για αιμοκάθαρση στο 70% των ασθενών που αιμοκαθαίρονται. Υπάρχουν 2 βασικοί τύποι: ο τύπος Ι προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο PKD 1 (χρωμόσωμα 16p13.3- πολυκυστίνη 1) και αφορά το 85-90% των περιπτώσεων & ο τύπος ΙΙ που προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο PKD 2 (χρωμόσωμα 4q21- πολυκυστίνη 2) και αφορά το 10-15% των περιπτώσεων.
Τα πρωτεϊνικά παράγωγα αυτών των 2 γονιδίων, η πολυκυστίνη 1 & 2 εντοπίζονται στο νεφρικό σωληνάριο. Η πολυκυστίνη-1 είναι ένας μεμβρανικός υποδοχέας ικανός να προσλαμβάνει και να αντιδρά με πρωτεΐνες, υδατάνθρακες & λιπίδια, εκτελώντας τις ενδοκυττάριες αντιδράσεις μέσω των οδών της φωσφορυλίωσης. Η πολυκυστίνη-2 δρα ως δίαυλος ασβεστίου. Οι δύο τύποι της ADPKD έχουν παρόμοια παθολογοανατομικά & παθοφυσιολογικά ευρήματα, αλλά ο τύπος ΙΙ έχει πιο όψιμη έναρξη συμπτωμάτων και πιο βραδεία εξέλιξη σε νεφρική ανεπάρκεια.
Έτσι οι ασθενείς με νόσο τύπου ΙΙ έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (69,1 έτη) σε σύγκριση με τους ασθενείς που πάσχουν από νόσο τύπου Ι (53 έτη).
Μερικοί ασθενείς με τυπικές εκδηλώσεις ADPKD δεν έχουν μεταλλάξεις στα 2 γονίδια, γεγονός το οποίο οδηγεί στην υπόθεση ότι μπορεί να υπάρχει και ένας 3ος τύπος της ADPKD- ο PKD3-ο οποίος δεν έχει βρεθεί.
Οι ασθενείς με μεταλλάξεις και στα δυο γονίδια (trans-ετεροζυγώτες) έχουν σοβαρότερες κλινικές εκδηλώσεις, απ` ότι οι ασθενείς με μετάλλαξη σε 1 από τα δυο γονίδια.
Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΔΙΟΓΚΩΣΗ KAI ΤΩΝ ΔΥΟ ΝΕΦΡΩΝ είναι χαρακτηριστική της ADPKD. Οι ασθενείς συνήθως εμφανίζονται με υπέρταση, αιματουρία, πολυουρία & οσφυϊκό άλγος, ενώ έχουν την τάση για συχνές ουρολοιμώξεις και τη δημιουργία νεφρικών λίθων. Επιπλέον της παρουσίας εκατοντάδων έως χιλιάδων νεφρικών κύστεων διαμέτρου έως 10-20 εκατοστών (σχηματίζονται από οποιοδήποτε τμήμα του σωληναρίου και τελικά αποκόπτονται από το τμήμα αυτό), κλινικά σημαντικές κύστες παρουσιάζονται συχνά στο ήπαρ (ειδικά στις γυναίκες), στο πάγκρεας και στο έντερο.
Οι ασθενείς παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο αορτικών ανευρυσμάτων και μερικοί εξ` αυτών έχουν αυξημένο κίνδυνο αιφνίδιου θανάτου σε σχέση με το γενικό πληθυσμό, λόγω ρήξης ενδοκράνιου ανευρύσματος.
Η διάγνωση της νόσου τίθεται από το υπερηχογράφημα νεφρών, τη C/T & την MRI
Τρεις βασικές μεταβλητές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, όταν καθορίζεται η δυνατότητα του U/S στη διάγνωση της ADPKD:
1. Άτομα με κίνδυνο για PKD1, με ηλικία>30 έτη & χωρίς ανευρισκόμενες κύστες στο U/S, έχουν <5% πιθανότητες να έχουν τη νόσο.
2. Ο απαραίτητος αριθμός για τη διάγνωση της νόσου έχει ως εξής:

  • ηλικία< 18 ετών- 2 κύστες συνολικά
  • ηλικία:18-30 ετών-3 κύστες συνολικά, άμφω
  • ηλικία:30-60 ετών-4 κύστες συνολικά, άμφω
  • ηλικία>60 ετών-8 κύστες συνολικά, άμφω
3. Το U/S νεφρών δεν μπορεί με ασφάλεια να αποκλείσει την παρουσία της ADPKD σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 30 ετών

ΑΥΤΟΣΩΜΑΤΙΚΑ ΥΠΟΛΕΙΠΟΜΕΝΗ ΠΟΛΥΚΥΣΤΙΚΗ ΝΕΦΡΙΚΗ ΝΟΣΟΣ (ARPKD)

Είναι πολύ πιο σπάνια απ`ότι η ADPKD, έχει συχνότητα 1:20.000 ζώντα νεογνά και συχνά προκαλεί εμβρυϊκό ή νεογνικό θάνατο, οφειλόμενο σε σημαντική αύξηση αμφότερων των νεφρών, διαταραχή του σχηματισμού των πνευμόνων & πνευμονική υποπλασία. Η νεφρική νόσος και η ηπατική ίνωση εμφανίζεται στα περισσότερα βρέφη που επιβιώνουν της περιγεννητικής περιόδου (τα παιδιά με σοβαρή νεφρική βλάβη έχουν ήπια ηπατική συμμετοχή και το αντίθετο). Η νόσος χαρακτηρίζεται από τη διεύρυνση και την επιμήκυνση των αθροιστικών σωληναρίων σε πολλαπλές μικρές κύστες και από τη δυσγενεσία των χοληφόρων. Οι μεταλλάξεις του PHKD-1 γονιδίου, το οποίο βρίσκεται στο χρωμόσωμα 6 (6p21-23) και κωδικοποιεί για την ινοκυστίνη, προκαλεί την ARPKD. Η ανεύρεση μιας ηπιότερης μορφής τη νόσου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι εμπλέκονται και άλλα γονίδια.

ΟΙΚΟΓΕΝΗΣ ΝΕΦΡΟΝΩΦΘΙΣΗ

Κληρονομείται ως προς τον υπολειπόμενο χαρακτήρα και παρουσιάζει 3 τύπους: νεανικό, παιδικό & βρεφικό, προκαλούνται δε από μεταλλάξεις των γονιδίων της NPH, κατ`αναλογία NPH1, NPH2, NPH3, ΝPΗ4.
Στη νεφρονώφθιση και οι δύο νεφροί είναι συρρικνωμένοι και οι νεφρικές κύστες περιορίζονται στο μυελό του νεφρού, στο όριο με το νεφρικό φλοιό. Οι τυπικές κλινικές εκδηλώσεις περιλαμβάνουν: την απώλεια άλατος, τη νοητική στέρηση, την αναιμία, την πολυουρία και την εξελισσόμενη νεφρική ανεπάρκεια.

ΚΥΣΤΙΚΗ ΝΟΣΟΣ ΤΗΣ ΜΥΕΛΩΔΟΥΣ ΝΕΦΡΙΚΗΣ ΜΟΙΡΑΣ

Εμφανίζει 2 τύπους που προκαλούνται από μεταλλάξεις είτε στο MKCD1 είτε στο MKCD2 αντίστοιχα (χρωμοσώματα 1q21 & 16p12 αντίστοιχα). Αυτά τα νοσήματα χαρακτηρίζονται από αμφοτερόπλευρη συρρίκνωση των νεφρών, κύστες περιοριζόμενες στη μυελική μοίρα του νεφρού, απώλεια άλατος και πολυουρία.
Σε αντίθεση με τη νεφρονώφθιση κληρονομούνται κατά τον αυτοσωματικό επικρατούντα χαρακτήρα, είναι κλινικά ηπιότερες και τυπικά εμφανίζονται για πρώτη φορά στην ενήλικο ζωή

Πάνος Πουλόπουλος